- δρομάδα
- (dromas). Κοινή ονομασία του θηλαστικού κάμηλος η δρομάς. Πρόκειται για αρτιοδάκτυλο μηρυκαστικό της υπόταξης των τυλοπόδων ζώων. To σώμα της καλύπτεται από κοντό, κιτρινέρυθρο τρίχωμα με ποικίλες αποχρώσεις, το οποίο γίνεται πιο πυκνό και μακρύ τον χειμώνα. Η δ. μπορεί να φτάσει σε ύψος 1,80-2,20 μ. Στη ράχη της έχει έναν ύβο (καμπούρα), στον οποίο αποθηκεύεται το λίπος. Ο λαιμός της είναι πολύ μακρύς και δυνατός· το κεφάλι της δεν έχει κέρατα και φέρει στα πλάγια μικρά ευκίνητα αφτιά και μεγάλα μάτια που προεξέχουν· τα ρουθούνια φράσσονται για να εμποδίζουν την είσοδο άμμου στους βρόγχους. Τα πόδια της είναι μακριά και αδύνατα και καταλήγουν σε δύο δάχτυλα και σε πέλμα τυλώδες και ελαστικό, κατάλληλο για να περπατά στην άμμο χωρίς να βυθίζεται. Ένα μεγάλο εξόγκωμα σε σχήμα καρδιάς βρίσκεται στο κάτω μέρος του κορμού, ανάμεσα στη συμβολή των μπροστινών άκρων. Στο εξόγκωμα αυτό στηρίζεται το ζώο όταν επιχειρεί να καθίσει στη γη για να αναπαυθεί.
Η δ. ζει πλέον μόνο σε εξημερωμένη κατάσταση. Προέρχεται από τη βόρεια Αφρική ή πιθανότερα από τη δυτική Ασία και διαδόθηκε από τους Άραβες σε όλη τη βόρεια Αφρική και από την Αραβία έως το Αφγανιστάν· έχει επίσης εγκλιματιστεί σε παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης. Η δ. ονομάστηκε πλοίο της ερήμου για τις πολύτιμες υπηρεσίες που προσφέρει στις μεταφορές μεγάλων φορτίων στις ξηρές περιοχές με ζεστό κλίμα. Είναι εξαιρετικά εγκρατής· το λίπος της καμπούρας της, του οποίου η ποσότητα αυξάνεται κατά την περίοδο που τρέφεται καλά, και το νερό που περιέχεται σε ειδικούς χώρους του πρώτου μηρυκαστικού στομάχου, της δίνουν τη δυνατότητα να περνά μερικές ημέρες σε πλήρη ενεργητικότητα χωρίς φαγητό και νερό. Μια δ. φορτωμένη με 120-150 κιλά μπορεί να περπατήσει 60 χλμ. την ημέρα ενώ η δ. για τρέξιμο, που λέγεται κοινώς μεχάρι, φτάνει περίπου τα 140 χλμ. Το βήμα των ζώων αυτών είναι πλάγιο (μετακινούν ταυτόχρονα τα πόδια της ίδιας πλευράς) και είναι δύσκολο και κουραστικό για τον αναβάτη.
H δρομάδα μεταφέρει ανθρώπους και φορτία στις ασιατικές και στις αφρικανικές ερήμους.
Dictionary of Greek. 2013.